Διαδηλώσεις έχουν ξεσπάσει σε όλο το Ιράν, μετά τη δολοφονία μιας νεαρής Κούρδης, της Τζίνα Μαχσά Αμινί, από την περιβόητη αστυνομία ηθών του Ιράν. Ξεκινώντας από τις κουρδικές περιοχές του Ιράν, οι διαδηλώσεις επεκτάθηκαν σε περισσότερες από 30 πόλεις, συμπεριλαμβανομένων όλων των μεγάλων πόλεων της χώρας: Τεχεράνη, Μασχάντ, Ισφαχάν, Καράτζ, Ταμπρίζ και τη λεγόμενη ιερή πόλη Κομ. Αυτό που ξεκίνησε ως αντίδραση κατά της αστυνομικής βίας μετατράπηκε γρήγορα σε ένα ξέσπασμα οργής εναντίον του καθεστώτος στο σύνολό του.
[Source]
Η Μαχσά, με καταγωγή από την πόλη Σακέζ, βρισκόταν για διακοπές στην Τεχεράνη, όπου συνελήφθη από την αστυνομία ηθών το απόγευμα της Τρίτης 13 Σεπτεμβρίου επειδή φορούσε ακατάλληλα τη μαντίλα της. Την έσυραν σε ένα φορτηγό και την πήγαν για «επανεκπαίδευση». Λίγες ώρες αργότερα, διαπιστώθηκε ότι ήταν εγκεφαλικά νεκρή. Το καθεστώς αρχικά απέρριψε οποιαδήποτε αδικοπραγία, κυκλοφορώντας πλάνα κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης που υποτίθεται ότι έδειχναν υγιή τη Μαχσά Αμινί, η οποία κατέρρευσε λόγω υποτιθέμενης καρδιακής προσβολής. Ωστόσο, κάτω από την πίεση των αυξανόμενων διαμαρτυριών, μια αναφορά αξονικής τομογραφίας αργότερα λέγεται ότι αποκάλυψε κάταγμα οστού, αιμορραγία και οίδημα εγκεφάλου, κάτι που επιβεβαίωνε ότι πέθανε λόγω χτυπήματος στο κεφάλι.
Στο άκουσμα της είδησης του θανάτου της, ξέσπασαν αυθόρμητα διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα. Στην Τεχεράνη, χιλιάδες συγκεντρώθηκαν γύρω από την πλατεία Αργεντινής και το Πάρκο Σάι. Η βαριά αστυνομική καταστολή τελικά διέλυσε τους συγκεντρωμένους, αλλά οι διαδηλωτές βρήκαν σύντομα τρόπο να επιστρέψουν στους δρόμους συγκρουόμενοι με την αστυνομία και τις δυνάμεις καταστολής, φωνάζοντας δημόσια πολιτικά συνθήματα όπως: «Θάνατος στον Χαμενεΐ», «Ο Χαμενεΐ είναι δολοφόνος – Το καθεστώς του παράνομο» και «Οι γυναίκες καταπιέζονται – Από το Κουρδιστάν μέχρι την Τεχεράνη».
Αιχμή του δόρατος των διαδηλώσεων στην Τεχεράνη ήταν οι φοιτητές, οι οποίοι έχουν βγει κατά χιλιάδες και σε κάθε πανεπιστήμιο της πρωτεύουσας, ακόμη και εκείνοι που στο παρελθόν είχαν δείξει ελάχιστα σημάδια πολιτικής δραστηριότητας. Στο ελίτ Πανεπιστήμιο Αμιρκαμπίρ της Τεχεράνης, το κορυφαίο εκπαιδευτικό ίδρυμα της χώρας, οι φοιτητές φώναζαν: «Ολόκληρο [το] Ιράν είναι αιμόφυρτο: από το Κουρδιστάν μέχρι την Τεχεράνη», «Σκοτωμένη για ένα μαντίλι;» και «Πόσο θα διαρκέσει αυτή η ταπείνωση;». Ένα άλλο δημοφιλές σύνθημα στις διαδηλώσεις ήταν: «Γυναίκα· ζωή· ελευθερία» – απηχώντας το δημοφιλές σύνθημα της επανάστασης του 1979: «Ψωμί, δουλειές, ελευθερία», ένα σύνθημα που έχει αναβιώσει τα τελευταία χρόνια. Για να καταπνίξει τη νεολαία, το καθεστώς κινητοποίησε την Μπασίτζ – μια παραστρατιωτική οργάνωση νεολαίας – στις πανεπιστημιουπόλεις, αλλά αυτό προκάλεσε μόνο το σύνθημα: «Θάνατος στην Μπασίτζ».
Μεγάλες διαδηλώσεις, με επικεφαλής συχνά γυναίκες, πραγματοποιήθηκαν σε όλες τις μεγάλες πόλεις, καλύπτοντας την πλειονότητα των περιοχών της χώρας, με κύριο ενωτικό σύνθημα «Θάνατος στον δικτάτορα» – μια άμεση πρόκληση στον ανώτατο ηγέτη Αλί Χαμενεΐ και ως εκ τούτου τα θεμέλια του καθεστώτος στο σύνολό του.
Στο Καράτζ, το βιομηχανικό προάστιο της Τεχεράνης και την τέταρτη μεγαλύτερη πόλη του Ιράν, οι διαδηλωτές έχουν διατυπώσει το σύνθημα: «Θρηνήστε την ημέρα που θα οπλιστούμε». Αυτό το σύνθημα έχει εξαπλωθεί σε πολλές άλλες περιοχές. Στην Ραστ, τα πλήθη φώναζαν αυτό το σύνθημα αφού ξυλοκόπησαν και έδιωξαν οπισθοχωρούντες πολιτοφύλακες της Μπασίτζ τη Δευτέρα. Ένα άλλο, κάπως δημοφιλές σύνθημα ήταν «Θάνατος στον καταπιεστή είτε αυτός είναι ο σάχης είτε ο ανώτατος ηγέτης», το οποίο αναφέρεται τόσο στον Χαμενεΐ όσο και στον Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί, τον υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ γιο του μακαρίτη σάχη, ο οποίος αγωνιζόταν για συνταγματική μοναρχία.
Στην πόλη Κομ, το κέντρο των θρησκευτικών ιδρυμάτων και των μεγάλων θρησκευτικών σχολών της χώρας, και βάση του θεοκρατικού καθεστώτος, πλήθη νέων βγήκαν στους δρόμους φωνάζοντας: «Κανόνια, τεθωρακισμένα, κροτίδες, ο κληρικός πρέπει να χαθεί». Υπάρχουν επίσης βίντεο από την Κομ που δείχνουν έναν πολιτοφύλακα της Μπασίτζ να ξυλοκοπείται από θυμωμένους νέους και νέες. Σε αμέτρητα βίντεο από όλη τη χώρα, φαίνονται γυναίκες να βγάζουν τις μαντίλες τους και συχνά να τις καίνε σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Οι δυνάμεις ασφαλείας του καθεστώτος αντέδρασαν βίαια στις διαδηλώσεις. Τουλάχιστον επτά άνθρωποι σκοτώθηκαν από την αστυνομία και δεκάδες άλλοι τραυματίστηκαν. Παρόλα αυτά, τα πλήθη φάνηκαν να προχωρούν ακάθεκτα με ανυποχώρητη αποφασιστικότητα μπροστά στην καταστολή.
Στο Σάρι, υπήρξαν αναφορές ότι ένα αρχηγείο της Μπασίτζ έχει καεί, καθώς και το γραφείο του κυβερνήτη. Στην Αμόλ, το γραφείο του κυβερνήτη καταλήφθηκε από τα πλήθη και αργότερα κάηκε. Η αστυνομία έχει εγκαταλείψει εντελώς το κέντρο της πόλης. Δεν έχει υπάρξει καμία ένδειξη ότι κάποια από τις διαμαρτυρίες έχει κατασταλεί αποφασιστικά. Αντίθετα, κάθε χτύπημα με ρόπαλο-γκλομπ και κάθε βολή όπλου φαίνεται να εξάπτει και να ξεσηκώνει ακόμη περισσότερο τα πλήθη. Σε πολλές πόλεις υπάρχουν αναφορές ότι η αστυνομία χρειάστηκε να δράσει με πολιτικά ρούχα για να αποφύγει τον ξυλοδαρμό. Πολλά βίντεο δείχνουν αστυνομικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις να δέχονται επίθεση, ξυλοδαρμό ή αντεπιθέσεις από εξαγριωμένα πλήθη. Οι ρόλοι φαίνεται πως αντιστρέφονται εναντίον του καθεστώτος, το οποίο τώρα είναι τρομοκρατημένο από την προοπτική ενός ευρύτερου και πιο γενικευμένου επαναστατικού κινήματος.
Ειδικά στις κουρδικές περιοχές κυριαρχεί μια διάθεση οργής. Στο άκουσμα της είδησης του θανάτου της Μαχσά, χιλιάδες νέοι απάντησαν καταστρέφοντας εικόνες και σύμβολα της Ισλαμικής Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων εικόνων του Αγιατολάχ Χαμενεΐ. Η νεκρική πομπή της Μαχσά το Σάββατο μετατράπηκε επίσης σε διαμαρτυρία, με γυναίκες να βγάζουν τις μαντίλες τους και δεκάδες χιλιάδες να φωνάζουν: «Θάνατος στον Χαμενεΐ». Μετά την κηδεία, οι διαδηλωτές άρχισαν να πραγματοποιούν πορεία προς το γραφείο του κυβερνήτη. Αντιμετωπίστηκαν με δακρυγόνα και δυνάμεις ασφαλείας πυροβόλησαν με πραγματικά πυρομαχικά, αλλά έλαβαν απάντηση με τα ίδια μέσα. Σε πολλές περιοχές του Κουρδιστάν, τις τελευταίες ημέρες παρατηρήθηκαν σκηνές που μοιάζουν με εμφύλιο πόλεμο, με τους διαδηλωτές και τις δυνάμεις καταστολής να πυροβολούν ο ένας τον άλλον.
Τη Δευτέρα, αυτή η διάθεση δεν φάνηκε να υποχωρεί, με απεργίες στα παζάρια να ξεσπούν σε Σακέζ, Μπουκάν, Μαχαμπάντ, Ασνόγιε, Μπανέχ, Μαριγιάν, Σαναντάτζ, Πιρανσάχρ και Μοχαμεντσάχρ. Υπάρχουν τώρα εκκλήσεις για γενική απεργία σε ολόκληρη την περιοχή του Κουρδιστάν, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στο Ιράκ, τη Συρία και την Τουρκία. Οι απεργίες και οι διαμαρτυρίες των εργαζομένων στα παζάρια εξαπλώθηκαν από τότε και σε άλλες πόλεις του Ιράν, συμπεριλαμβανομένης της Τεχεράνης και του Καράτζ.
Οι καταπιεσμένοι βγαίνουν στο προσκήνιο
Οι κουρδικές περιοχές του Ιράν, που έχουν μακροχρόνιες επαναστατικές παραδόσεις, δέχονται διακρίσεις και καταπίεση από το καθεστώς εδώ και δεκαετίες. Αυτές οι κουρδικές περιοχές, όπως και άλλες περιοχές που κατοικούνται από εθνοτικές μειονότητες, διαθέτουν μεγάλα αποθέματα ορυκτών, πετρελαίου και νερού, καθώς και πυκνά δάση, τα οποία διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην ιρανική οικονομία. Για δεκαετίες, ωστόσο, το καθεστώς διοχέτευε αυτούς τους πόρους σε βιομηχανικές περιοχές άλλων εθνοτήτων, κυρίως κατοικημένες περιοχές των Φαρς, για επεξεργασία, αφήνοντας σκόπιμα το ιρανικό Κουρδιστάν υπανάπτυκτο από φόβο μήπως δημιουργηθεί μια ισχυρή κουρδική εργατική τάξη.
Ως αποτέλεσμα, η φτώχεια και η ανεργία είναι ευρέως διαδεδομένες μεταξύ των Κούρδων του Ιράν. Εν τω μεταξύ, κάθε προσπάθεια αγώνα για καλύτερες συνθήκες αντιμετωπίστηκε με σκληρή καταστολή και τιμωρία από το καθεστώς. Την περασμένη περίοδο αυτό προκάλεσε μια ολοένα και πιο μαχητική απάντηση από τους Κούρδους του Ιράν, οι οποίοι συγκρούονταν με την αστυνομία και τις στρατιωτικές δυνάμεις σε τακτική βάση. Στη δολοφονία της Μαχσά Αμινί, ο κουρδικός λαός του Ιράν βλέπει αναμφισβήτητα ένα σύμβολο ρατσισμού και σοβινισμού που κρύβεται πίσω από τις ενέργειες του καθεστώτος απέναντί τους.
Κάτι παρόμοιο μπορούμε να πούμε και για το γυναικείο ζήτημα. Κάθε χρόνο, η αστυνομία ηθών διώκει περισσότερες από 16.000 γυναίκες για ακατάλληλη χρήση του χιτζάμπ. Αυτές οι γυναίκες υφίστανται λεκτική κακοποίηση και βία. Η Μαχσά Αμινί βρέθηκε στην πραγματικότητα μόνο για λίγες ώρες υπό κράτηση, αλλά κατέληξε στο νοσοκομείο αφού δέχτηκε άγριο ξυλοδαρμό από αυτούς τους διαβόητους βάναυσους φρουρούς της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Αυτόπτες μάρτυρες περιγράφουν τη Μαχσά και άλλες κρατούμενες να διαμαρτύρονται για τις κατηγορίες εναντίον τους και να αντιμετωπίζονται με λεκτική κακοποίηση, ξυλοδαρμούς και σπρέι πιπεριού, που τελικά οδήγησε σε κώμα τη Μαχσά.
Τέτοιες αδικίες είναι σύνηθες φαινόμενο στο Ιράν, όπου οι γυναίκες περιορίζονται σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Σχεδόν όλα τα νοικοκυριά που υποστηρίζονται οικονομικά από γυναίκες βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας, αποτελώντας το φτωχότερο δέκατο της κοινωνίας. Εάν επιθυμούν να αποφύγουν την πλήρη φτώχεια, οι γυναίκες δεν έχουν άλλη επιλογή από το να δεσμεύονται πλήρως από τους συζύγους τους. Κάθε χρόνο, πάνω από 2.000 γυναίκες δολοφονούνται σε γυναικοκτονίες, οι οποίες αποτελούν το 20% όλων των δολοφονιών στο Ιράν. Η Ισλαμική Δημοκρατία υποστηρίζει αυτή τη φρικτή κατάσταση με τους κατασταλτικούς νόμους της.
Σε καθημερινή βάση, μουλάδες εμφανίζονται στην τηλεόραση για να κηρύξουν τις αρετές της σεμνότητας και της αγνότητας. Είναι όμως τελείως υποκριτές. Στην πραγματικότητα, αυτοί και τα παιδιά τους ζουν μια ζωή εξωφρενικής υπερβολής – αντίστοιχη με τους πλούσιους δυτικούς – επιδίδονται σε κάθε αμαρτία της σάρκας: ναρκωτικά, ποτό, πορνεία και κάθε είδους κακοποίηση. Φυσικά, ποτέ δεν ενοχλούνται από την αστυνομία ηθών που ο πραγματικός σκοπός της είναι να σπείρει διχόνοια μεταξύ των απλών γυναικών και ανδρών και να τρομοκρατήσει τις εργαζόμενες μάζες.
Σε περιόδους σχετικής ηρεμίας στην ταξική πάλη, η άρχουσα τάξη μπορεί εν μέρει να επιτύχει σε τέτοιες προσπάθειες. Δεν είναι όμως αυτή η περίοδος που διανύουμε σήμερα. Οι Ιρανές γυναίκες δείχνουν ότι δεν είναι πρόθυμες να δεχτούν τη μοίρα που ορίστηκε για αυτές από τους μουλάδες. Με αξιοθαύμαστη γενναιότητα, έχουν βγει σε πολύ μεγάλους αριθμούς στους δρόμους και σε πολλές περιπτώσεις, αν δεν αποτελούν την πλειοψηφία, παίζουν ουσιαστικά πρωταγωνιστικό ρόλο: βγάζουν τα μαντίλια τους, φωνάζουν τα πιο ριζοσπαστικά συνθήματα και συχνά ηγούνται στις επιθέσεις κατά των δυνάμεων ασφαλείας.
Οι γυναίκες και τα άλλα καταπιεσμένα στρώματα όπως οι καταπιεσμένες εθνοτικές μειονότητες παίζουν πάντα σημαντικό ρόλο στις επαναστάσεις. Το είδαμε αυτό στην επανάσταση του Φλεβάρη του 1917, όπου οι Ρωσίδες εργαζόμενες γυναίκες και οι νοικοκυρές ηγήθηκαν της αρχικής εφόδου πιέζοντας για μια γενική απεργία. Παρόμοιες σκηνές είδαμε να συμβαίνουν στην Αιγυπτιακή Επανάσταση του 2012 και πιο πρόσφατα στο Σουδάν.
Σε κανονικούς καιρούς, η οργή των πιο καταπιεσμένων στρωμάτων πνίγεται με επιτυχία από την άρχουσα τάξη. Αλλά μόλις οι μάζες αρχίσουν να κινούνται, είναι ακριβώς αυτή η διάθεση που αντηχεί πιο άμεσα στο γενικό συναίσθημα της κοινωνίας, ωθώντας αυτά τα στρώματα στην πρώτη γραμμή του αγώνα, ενώ οι παλιοί «ακτιβιστές» και «επαναστάτες» που για χρόνια παλεύουν κόντρα στο ρεύμα, και σε κάποιο βαθμό έχουν νανουριστεί από αυτές τις εμπειρίες, συχνά ξεπερνούνται από τα γεγονότα και υποβιβάζονται σε απλούς θεατές.
Η Ισλαμική Δημοκρατία βασίζεται στις πιο οπισθοδρομικές ιδέες της κοινωνίας προκειμένου να διχάσει τις μάζες σε θρησκευτικές και φυλετικές γραμμές αλλά και με βάση το φύλο. Χωρίς τον σοβινισμό η άρχουσα τάξη δεν θα μπορούσε να διατηρήσει την κυριαρχία της στην κοινωνία. Από αυτό γίνεται σαφές ότι ο αγώνας ενάντια στην καταπίεση είναι ένα εξίσου σημαντικό τμήμα της ιρανικής επανάστασης.
Οι μάζες το αντιλαμβάνονται ενστικτωδώς και έχουν συσπειρωθεί γύρω από το σύνθημα: «Γυναίκα, ζωή, ελευθερία», που έχει γίνει πλέον το δεύτερο πιο δημοφιλές σύνθημα μεταξύ των ριζοσπαστικοποιημένων στρωμάτων μετά το «θάνατος στον δικτάτορα». Ομοίως, αμέτρητα συνθήματα έχουν εμφανιστεί σε ένδειξη αλληλεγγύης προς το κουρδικό κίνημα. Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου της Ταμπρίζ έκαναν την ακόλουθη δήλωση δείχνοντας την αναπτυσσόμενη διάθεση ενότητας μεταξύ των μαζών:
«Ένα από τα πιο όμορφα συνθήματα που ακούστηκαν σε αυτές τις διαδηλώσεις ήταν ότι “Tο Αζερμπαϊτζάν έχει ξυπνήσει, υποστηρίζει το Κουρδιστάν” (σ.τ.μ.: εννοεί τις περιοχές του Ιράν που κατοικούνται από Αζέρους και όχι το ομώνυμο κράτος)».
«Πολλές ομάδες προσπάθησαν να δημιουργήσουν διαφορές μεταξύ κοινωνικών ομάδων, εθνών, φυλών και διαφορετικών τμημάτων των καταπιεσμένων. Αλλά σήμερα, στο γενναίο και αφυπνισμένο Αζερμπαϊτζάν, ακούμε συνθήματα αλληλεγγύης για το μαχητικό και αφυπνισμένο Κουρδιστάν. Το επώνυμο της Μαχσά Αμινί σημαίνει “εμείς”. Είμαστε όλοι εμείς, ανεξάρτητα από το πού προερχόμαστε σε αυτή τη χώρα ή το υπόβαθρό μας: άνδρες και γυναίκες, νέοι και μεγάλοι, όλοι μας είμαστε καταπιεσμένοι και υποφέρουμε, μισθωτοί και εργαζόμενοι και καταπιεσμένοι, είμαστε όλοι ενωμένοι».
«Ζήτω ο καταπιεσμένος φτωχός λαός του Αζερμπαϊτζάν με αυτό το όμορφο σύνθημα. Ζήτω οι καταπιεσμένοι φτωχοί του Γκιλάν που δημιούργησαν μοναδικές επικές σκηνές. Ζήτω ο λαός της Τεχεράνης, του Χορασάν, του Ισφαχάν, του Καζβίν και… και όλων των γενναίων ανθρώπων που στάθηκαν απέναντι στην καταπίεση».
Αυτό δείχνει πως η διάθεση αλληλεγγύης και ενότητας στον αγώνα διακόπτει τον αντιδραστικό αζερικό εθνικισμό που είχε εδώ και καιρό έντονη παρουσία στις αζερικές περιοχές του Ιράν.
Πλατιά υποστήριξη
Ο Λένιν εξήγησε κάποτε ότι οι επαναστάσεις είναι «γιορτές των καταπιεσμένων». Μόλις το κίνημα αρχίσει να απογειώνεται, τραβάει τα καταπιεσμένα στρώματα της κοινωνίας. Εκατομμύρια εργάτες, αγρότες, καταστηματάρχες, άνεργοι, φτωχοί και αποκλεισμένοι από το Ιράν επευφημούν τους νέους στους δρόμους σήμερα.
Κάθε στρώμα έχει τα δικά του παράπονα, αλλά στη βάρβαρη αδικία με την οποία αντιμετωπίστηκε η Μαχσά Αμινί, όλοι βλέπουν τις χιλιάδες άλλες αδικίες που τους επιβάλλονται καθημερινά. Η ασφυκτική έλλειψη δημοκρατικών δικαιωμάτων πέρα από τις συντριπτικές οικονομικές πιέσεις, που συσσωρεύονται τα τελευταία χρόνια, έχει κάνει τη ζωή αφόρητη για την πλειοψηφία των ανθρώπων. Εν τω μεταξύ, οι κορυφές του καθεστώτος έχουν γίνει τελείως παρασιτικές, υπάρχουν ολοφάνερα μόνο για να κλέβουν από τους φτωχούς, και με αυτόν τον τρόπο διαπράττουν τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα με πλήρη ατιμωρησία.
Το κίνημα στους δρόμους παρέχει μια διέξοδο και ένα κομβικό σημείο για αυτόν τον υποβόσκοντα θυμό και το μίσος, καθώς και μια ευκαιρία για να ακουστεί. Εν τω μεταξύ, η νεολαία και οι εργαζόμενοι στα οδοφράγματα χάνουν όλο και περισσότερο τον φόβο τους και ενθαρρύνονται από κάθε προέλαση που κάνουν και από κάθε νέο στρώμα που εισέρχεται στη σκηνή. Μια διάθεση επαναστατικής αποφασιστικότητας εξαπλώνεται, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να προετοιμάσει το δρόμο για ένα μαζικό κίνημα. Εύφλεκτο υλικό έχει μαζευτεί εδώ και αρκετό καιρό, περιμένοντας απλώς μια σπίθα για να το πυροδοτήσει.
Αλλά το κίνημα δεν έχει επηρεάσει μόνο τα φτωχότερα στρώματα. Μετά τον θάνατο της Αμινί, η καταδίκη για το καθεστώς και η συμπάθεια προς το κίνημα εκδηλώνεται και από μια σειρά από μεσαία στρώματα της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων διανοουμένων, καλλιτεχνών, προσωπικοτήτων του αθλητισμού (πολλοί από τους οποίους είχαν προηγουμένως θεωρηθεί ως απολιτικοί ή υπέρ του καθεστώτος), ακόμη και στοιχεία εντός του κλήρου, που τώρα ζητούν να σταματήσει η υποχρεωτική μαντίλα. Για το καθεστώς, κάτι τέτοιο αποτελεί υπαρξιακή απειλή.
Το καθεστώς σε οπισθοχώρηση
Εάν το κίνημα καταφέρει να διατηρήσει την ορμή και να τραβήξει περισσότερα στρώματα στους δρόμους, οι μουλάδες θα βρεθούν αντιμέτωποι με μια επανάσταση – μια επανάσταση που θα μπορούσε εύκολα να τους ανατρέψει. Είναι σαφές ότι έχουν αιφνιδιαστεί εντελώς από την εξελισσόμενη κατάσταση. Η εφημερίδα Χαμμιχάν σημείωσε πανικόβλητη τη Δευτέρα ότι: «κάθε μέρα νέα κύματα κοινωνικών δυνάμεων όπως ακαδημαϊκοί, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, εμπορικές και επαγγελματικές ομάδες τοποθετούνται για αυτό το ζήτημα, παίρνουν θέση για αυτό το θέμα και το αναλύουν. […] Ας μην ξεχνάμε ότι αυτή η δημόσια ευαισθησία δεν πρέπει να παρουσιάζεται ως προϊόν των εχθρών [μας] και των ξένων ΜΜΕ. […] Αυτή η συλλογική ευαισθησία είναι προϊόν της βιωμένης εμπειρίας [των ανθρώπων] τα προηγούμενα χρόνια…». Στη συνέχεια προέτρεψε τις αρχές να τηρήσουν τον νόμο και να διενεργήσουν επαγγελματική έρευνα. Βλέποντας το ενδεχόμενο μιας κοινωνικής έκρηξης που ενυπάρχει στην κατάσταση, η εφημερίδα προειδοποιεί το καθεστώς ότι θα πρέπει να απέχει από τον συνήθη αλαζονικό χειρισμό τέτοιων θεμάτων από φόβο μήπως προκαλέσει έτσι ένα μεγαλύτερο, ανεξέλεγκτο κίνημα.
Φοβούμενοι ένα τέτοιο σενάριο, οι αξιωματούχοι του καθεστώτος προσπαθούν κυνικά να εκφράσουν τη συμπάθειά τους στη Μαχσά Αμινί. Ο Πρόεδρος Εμπραχίμ Ραΐσι φέρεται να είπε στη μητέρα της Μαχσά ότι η κόρη της ήταν «σαν την κόρη [του]» και υποσχέθηκε να ερευνήσει το θέμα. Φυσικά, τέτοιες κουβέντες είναι φθηνές, ιδίως όταν ο ίδιος ο Ραΐσι έχει αυστηροποιήσει τους νόμους για τη μαντίλα και την επιβολή τους. Αλλά ακριβώς το γεγονός ότι ο Ραΐσι, ένας ομολογουμένως σκληροπυρηνικός πολιτικός, παίρνει μια τέτοια συμφιλιωτική θέση, αποτελεί απόδειξη των ανησυχιών του καθεστώτος.
Παρόμοιες εκκλήσεις έχουν έρθει και από άλλα θεσμικά όργανα όπως το δικαστικό σώμα και το κοινοβούλιο. Ο ανώτατος δικαστής Γκολαμχοσεΐν Μοχσενί Αζεΐ είπε ότι η κυβέρνηση «δεν θα παρέχει ελεύθερη είσοδο στα λάθη των κυβερνητικών αξιωματούχων και παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομικής δύναμης» στην «έρευνα» της για τον θάνατο της Μαχσά Αμινί. Πρόσθεσε ότι: «Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, θα ληφθούν μέτρα χωρίς δισταγμό». Υπήρξαν επίσης αναφορές ότι ο αρχηγός της αστυνομίας ηθών της Τεχεράνης τέθηκε σε διαθεσιμότητα.
Η εργατική τάξη πρέπει να βγει στο προσκήνιο
Μέχρι στιγμής το κίνημα κερδίζει έδαφος, μέρα με τη μέρα και ώρα με την ώρα. Έχει ευρεία, αν και παθητική υποστήριξη. Αλλά οι άνθρωποι στους δρόμους περιορίζονται κυρίως στις δεκάδες χιλιάδες φτωχών και φοιτητών νέων. Για να προχωρήσει, το κίνημα πρέπει συνειδητά να απευθύνει έκκληση σε άλλα στρώματα της κοινωνίας, ιδιαίτερα στην εργατική τάξη, ώστε να μπουν στον αγώνα. Η εργατική τάξη είναι η πιο ισχυρή τάξη στην κοινωνία, με την ικανότητα να παραλύσει την παραγωγή σε ολόκληρη τη χώρα και να γκρεμίσει έτσι τα στηρίγματα του καθεστώτος. Πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτό ακριβώς συνέβη το 1979, όταν το μισητό καθεστώς του Σάχη τελικά ηττήθηκε από μια εθνική γενική απεργία υπό την ηγεσία των εργαζομένων στα πετρέλαια, ακολουθούμενη από την κατάληψη όλων των κύριων βιομηχανιών από την εργατική τάξη.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει την αναζωπύρωση του ιρανικού εργατικού κινήματος και τα μεγαλύτερα απεργιακά κύματα των τελευταίων 40 ετών. Πολλά από τα νέα συνδικάτα έχουν δημοσιεύσει δηλώσεις υποστήριξης προς το σημερινό κίνημα, συμπεριλαμβανομένης της Συντονιστικής Επιτροπής των Εκπαιδευτικών (ένα μαχητικό σώμα που εκπροσωπεί τους απεργούς εκπαιδευτικούς)· το συμβούλιο για την οργάνωση διαμαρτυριών από συμβασιούχους εργάτες στην πετρελαιοβιομηχανία· και το συνδικάτο της Χαφτ Ταπέχ.
Το συμβούλιο εργαζομένων στο πετρέλαιο συνόψισε την παρούσα κατάσταση ως εξής:
«Οι γυναίκες διαδραματίζουν πλέον ξεκάθαρο και τολμηρό ρόλο στα κοινωνικά κινήματα και τα κινήματα διαμαρτυρίας, που έχουν προκαλέσει αυξανόμενο πανικό και φόβο στο καθεστώς. Η αυξανόμενη εντατικοποίηση της καταστολής και της βαρβαρότητας από το καθεστώς έχει θέσει την κοινωνία σε μια κατάσταση ανοιχτής εξέγερσης, η οποία υπογραμμίζει την ανάγκη για ενότητα ώστε να τεθεί τέλος σε αυτές τις βάναυσες συνθήκες».
Οι μαχητές εργάτες της Χαφτ Ταπέχ απηχούν τις εκκλήσεις για ενότητα, αλλά προχώρησαν πολύ παραπέρα επιτιθέμενοι ανοιχτά στον καπιταλισμό:
«Το καταπιεστικό σύστημα του καπιταλισμού όχι μόνο εκμεταλλεύεται και καταπιέζει τόσο τις γυναίκες όσο και τους άνδρες ως εργάτες αλλά και ως γυναίκες, και εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες για να διχάσει την εργατική τάξη. Πιστεύουμε ότι όλες οι καταπιεσμένες ομάδες, ενώ αγωνίζονται για τα συγκεκριμένα αιτήματά τους, πρέπει να ενωθούν ενάντια στους καταπιεστές – ενάντια στους καπιταλιστές!».
Το συνδικάτο της Χαφτ Ταπέχ έχει τώρα διακηρύξει ότι θα συμμετάσχει στο κίνημα στους δρόμους. Αυτό είναι ένα πολύ θετικό βήμα. Ωστόσο, για να κερδίσουμε χρειάζονται περισσότερα. Αυτό που πρέπει άμεσα να τεθεί είναι το σύνθημα για μια γενική απεργία και αυτή να προετοιμαστεί σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Πρέπει να δημιουργηθούν συμβούλια αγώνα σε όλες τις γειτονιές, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα εργοστάσια για να προετοιμαστούν για μια γενική απεργία με στόχο την πτώση του καθεστώτος.
Εάν αυτή η εξέγερση παραμείνει απομονωμένη, θα μπορούσε να κατασταλεί όπως όλες οι προηγούμενες εξεγέρσεις. Το καθεστώς θα περιμένει και θα συγκεντρώσει τις δυνάμεις του, μέχρι να κουραστούν οι διαδηλωτές· και έπειτα να τους συντρίψουν βίαια. Αυτή ήταν ακριβώς η μοίρα της εξέγερσης του Χουζιστάν το 2018, το 2019 και το 2021.
Οι επόμενες μέρες και ώρες θα μας δείξουν το πόσο θα αναπτυχθεί αυτό το κίνημα. Όμως, ανεξάρτητα από τα άμεσα γεγονότα, αυτό που βλέπουμε είναι η επαναστατική αφύπνιση των ιρανικών μαζών. Ο ιρανικός καπιταλισμός δεν ήταν ποτέ ικανός να προσφέρει στις μάζες μια αξιοπρεπή ύπαρξη, και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις γυναίκες: για αυτό λοιπόν θα πρέπει να ανατραπεί. Η εργατική τάξη, ενωμένη στον αγώνα, είναι η μόνη δύναμη ικανή να το πετύχει αυτό και να οικοδομήσει μια νέα σοσιαλιστική κοινωνία που θα μπορεί να καλύψει τις ανάγκες όλων των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων της ιρανικής κοινωνίας.
Γυναίκα, ζωή, ελευθερία!
Θάνατος στον δικτάτορα!
Για μια γενική απεργία που θα ανατρέψει το θεοκρατικό καθεστώς!