Τι είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, πόσο αποτελεσματικός είναι και γιατί έχει βρεθεί στο επίκεντρο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.
[Source]
Η κρίση της νόσου COVID-19 εκθέτει τους περιορισμούς των παγκόσμιων οργανισμών, όπως ο ΟΗΕ και ο ΠΟΥ, οι οποίοι παραμένουν παγιδευμένοι μεταξύ των ανταγωνιστικών συμφερόντων του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ και της Κίνας. Σαν μια ομπρέλα γεμάτη τρύπες, αποδεικνύονται άχρηστοι ακριβώς τη στιγμή που χρειάζονται περισσότερο.
Την Παρασκευή 8 Μαΐου, ο ΟΗΕ απέτυχε να περάσει ψήφισμα σχετικά με την πανδημία του κορονοϊού. Αυτό σημαίνει ότι ενώ βρισκόμαστε ήδη τέσσερις μήνες εντός της μεγαλύτερης παγκόσμιας κρίσης από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο οργανισμός του οποίου ο σημαντικότερος στόχος υποτίθεται ότι είναι η ανάπτυξη της παγκόσμιας συνεργασίας, δεν έχει πει και δεν έχει κάνει τίποτα σχετικά με το ζήτημα. Είναι ανίκανος να καλέσει για οποιαδήποτε παύση πυρός προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πανδημία, ή να αναλάβει οποιαδήποτε άλλη δράση. Είναι πραγματικά ανίκανος, ακριβώς τη στιγμή κατά την οποία θα έπρεπε να αποτελεί τον πιο ισχυρό και τον πιο σημαντικό οργανισμό στη Γη.
Δεν μπόρεσε να περάσει αυτό το ψήφισμα απλώς λόγω των ασυμβίβαστων διαφορών ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ και σε αυτόν της Κίνας. Οι ΗΠΑ ήθελαν το ψήφισμα να κατηγορεί την έλλειψη «διαφάνειας» για τη διάδοση του ιού, δηλαδή με άλλα λόγια να κατηγορήσει το κινεζικό κράτος και τη συγκάλυψη που πραγματοποίησε. Η Κίνα, όπως ήταν φυσικό, αρνήθηκε και επέμεινε το ψήφισμα να αναφέρει ρητά την αναγκαιότητα του ΠΟΥ ο οποίος υπάγεται στον ίδιο τον ΟΗΕ, στην αντιμετώπιση της κρίσης. Οι ΗΠΑ αρνήθηκαν, και ως εκ τούτου δεν πέρασε κανένα ψήφισμα.
Η απόρριψη του ΠΟΥ αποτελεί καινούργια τακτική για τον Τραμπ, όμως η γενικότερη στρατηγική δεν είναι καθόλου νέα. Ξεκίνησε να κατηγορεί τον ΠΟΥ για την κρίση, σε μια προσπάθεια να στρέψει την προσοχή μακριά από την καταστροφική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνησή του, υποστηρίζοντας ότι ο ΠΟΥ συγκάλυψε τα λάθη της Κίνας. Σαν αποτέλεσμα, έκοψε την χρηματοδότηση των ΗΠΑ προς τον οργανισμό, η οποία είναι πολύ σημαντική, αφού η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι (ή μάλλον ήταν) ο μεγαλύτερος δωρητής για τον ΠΟΥ.
Τι είναι ο ΠΟΥ;
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι φιλελεύθεροι έχουν εξοργιστεί. Γι’ αυτούς ο ΠΟΥ αποτελεί ένα αμερόληπτο επιστημονικό σώμα και αυτό ακριβώς ό,τι χρειάζεται απεγνωσμένα ο κόσμος. Παρακολουθούν όλες αυτές τις διαφωνίες και τον στενόμυαλο εθνικισμό που ταλαιπωρεί τις μεγάλες δυνάμεις και προσδοκούν να αναλάβει την κατάσταση ένα σοβαρό, επαγγελματικό, σοφό σώμα επιστημόνων. Θεωρούν ότι ο ΠΟΥ είναι (ή θα μπορούσε να είναι) δίκαιος, καθώς και ότι είναι τραγωδία το γεγονός ότι στην εξουσία βρίσκονται άνθρωποι τόσο ηλίθιοι, οι οποίοι παραμελούν και κακομεταχειρίζονται αυτόν τον υπέροχο, πεφωτισμένο παγκόσμιο οργανισμό.
Είναι όντως ο ΠΟΥ τόσο αμερόληπτος και επιστημονικός; Και αν το σύστημα στο οποίο ζούμε, ο καπιταλισμός, είναι ικανό να χτίσει τέτοιους υπέροχους θεσμούς σαν τον ΟΗΕ και τον ΠΟΥ, τότε γιατί είναι ανίκανο να τους αξιοποιήσει ακριβώς όταν τους χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ;
Η ψυχή του καπιταλισμού είναι η πραγματοποίηση κερδών. Το σύστημα συνολικά εξαρτάται από αυτό. Είναι τόσο πιθανό ο καπιταλισμός να κινείται με γνώμονα την ηθική και την ανθρώπινη αλληλεγγύη, όσο μια τίγρης θα μπορούσε να είναι χορτοφάγος. Ως εκ τούτου, οποιοσδήποτε θεσμός του καπιταλισμού που υποστηρίζει ότι στοχεύει στην ανάπτυξη της αλληλεγγύης, της συνεργασίας και της λογικής, δεν το κάνει έντιμα. Όποια συνεργασία ή βοήθεια πραγματοποιείται, αυτό συμβαίνει μόνο στο βαθμό που δεν έρχεται σε αντίθεση με την αναζήτηση κερδοφορίας και παγκόσμιας επιρροής, οι οποίες είναι εγγενείς στον καπιταλισμό.
Ο ΟΗΕ και ο υφιστάμενος θεσμός του, ο ΠΟΥ, είναι επομένως σαν χίμαιρες: περισσότερο φαινομενικοί παρά αληθινοί. Στο βαθμό που βρίσκουν κάποιο ρόλο που έχει νόημα, αυτό συμβαίνει διότι τα συμφέροντα των αντίστοιχων καπιταλιστικών δυνάμεων λίγο έως πολύ ευθυγραμμίζονται, και συνεπώς τους είναι χρήσιμο να καλύπτονται από τον ευχάριστο μανδύα της αλληλεγγύης και της πεφωτισμένης συνεργασίας. Όμως, τα συμφέροντα αυτά δεν ευθυγραμμίζονται τη στιγμή ακριβώς που είναι απαραίτητος ένας ισχυρός, ανεξάρτητος διαιτητής που να βασίζεται στην μακράς πνοής ανθρώπινη λογική. Σε τέτοιες στιγμές, ο ΟΗΕ και ο ΠΟΥ αποδεικνύονται πως είναι ανίκανοι και ασήμαντοι.
Ο ΠΟΥ διαδέχθηκε έναν παλαιότερο οργανισμό που είχε ιδρύσει η κυβέρνηση των ΗΠΑ το 1902, το International Sanitary Bureau (σε ελεύθερη απόδοση: Διεθνές Υγειονομικό Γραφείο), το οποίο με τη σειρά του είχε βασιστεί στις απόψεις και το έργο των φιλάνθρωπων δισεκατομμυριούχων των ΗΠΑ. Ουδέποτε οι σκοποί τους δεν προσανατολίζονταν στην αντιμετώπιση των ασθενειών μέσω της καταπολέμησης της κυριότερης αιτίας τους που είναι η φτώχεια και η ανισότητες. Αντίθετα, βασιζόταν στην ανάγκη περιορισμού των συμπτωμάτων αυτής της παθογένειας, διατηρώντας την, ώστε οι καπιταλιστές να μπορούν να επεκτείνονται σε νέες περιοχές του κόσμου αξιοποιώντας αυτήν ακριβώς την ανισότητα, χωρίς να έχουν να αντιμετωπίσουν μεγάλα υγειονομικά εμπόδια. Συγκεκριμένες ασθένειες επισημάνθηκαν, ώστε να αναπτυχθούν εμβόλια γι αυτές. Με τον τρόπο αυτό, ενοχλητικές ασθένειες μπορούσαν να εξαφανιστούν ή να αναχαιτιστούν χωρίς ακριβά κοινωνικά προγράμματα και προκλήσεις για τα προνόμια των πλουσίων.
Είτε το αντιλαμβάνονται είτε όχι οι επιστήμονες που εργάζονται για τον ΠΟΥ, ο πραγματικός του σκοπός δεν είναι η δημιουργία ενός γνήσια υγιούς κόσμου, αλλά απλά η αποτροπή ή η αναχαίτιση πανδημιών, καθώς, ανακαλύπτουν τώρα οι καπιταλιστικές δυνάμεις, έχουν μάλλον επιβλαβή αποτελέσματα στα κέρδη και την κοινωνική σταθερότητα.
Ανικανότητα
Δεν υποστηρίζουμε ότι δεν υπάρχουν πολλοί επιστήμονες που εργάζονται για τον ΠΟΥ, οι οποίοι επιθυμούν να εξαλείψουν τις ασθένειες και τις αιτίες τους. Το ερώτημα, όμως, είναι πώς μπορεί να το πετύχει αυτό ο ΠΟΥ; Όπως μας αποκάλυψε η κρίση, ο ΠΟΥ δεν έχει δικές του δυνάμεις. Ο κόσμος χρειάζεται απεγνωσμένα μια στρατηγική, η οποία θα συντονίζεται και θα επιβάλλεται σε παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να εξολοθρεύσει τον ιό. Οι πολιτικές σε όλες τις χώρες πρέπει να εναρμονιστούν και οι απόπειρες για την ανάπτυξη μέσων αντιμετώπισης, συμπεριλαμβανομένου του εμβολίου, χρειάζεται να συγκεντρώνονται και να δημοσιοποιούνται πλήρως.
Όμως, οι κυβερνήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν η καθεμία τις δικές της ιδέες για την αντιμετώπιση της κρίσης. Προσπαθούν να εξάγουν τα χειρότερα προβλήματά τους σε άλλες χώρες, συσσωρεύοντας προμήθειες σε βάρος των άλλων, βάζοντας εμπόδια στην έρευνα για το εμβόλιο, ενώ δεν σταματούν τη λειτουργία των οικονομιών τους. Πώς θα μπορούσε ο ΠΟΥ να αντεπεξέλθει απέναντι στα πολλαπλά ανταγωνιστικά καπιταλιστικά κράτη και να τα υποχρεώσει να ακολουθήσουν τις οδηγίες του λίγο έως πολύ ομοιόμορφα;
Η ιστορία του ΠΟΥ εξελίσσεται παράλληλα με την πορεία ανόδου και πτώσης της σταθερότητας του παγκόσμιου καπιταλισμού. Κατά τη μεταπολεμική περίοδο, όταν ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός ήταν ασυναγώνιστος και οι διεθνείς σχέσεις ήταν πολύ σταθερότερες, ο ΠΟΥ απολάμβανε την ακμή του. Η σταδιακή σταθεροποίηση των σχέσεων μεταξύ των δύο παγκόσμιων υπερδυνάμεων, των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, επέτρεπε την ενίσχυσή του και από τις δύο. Το γεγονός αυτό επέτρεψε στον ΠΟΥ να διευθύνει αποτελεσματικά τις προσπάθειες μεγάλης έκτασης εμβολιασμών ενάντια στην ευλογιά. Χάρις στην σταθερότητα αυτή, η φονική αυτή ασθένεια εξαλείφθηκε μέχρι το 1979.
Στη δεκαετία του 1980, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός γινόταν αυξανόμενα φιλοπόλεμος, ιδιαίτερα καθώς η ΕΣΣΔ βρισκόταν σε προφανή παρακμή. Ο Ρόναλντ Ρήγκαν αισθανόταν ότι ο ΟΗΕ και η μεταπολεμική τάξη ολοένα και περισσότερο κρατούσε πίσω τις ΗΠΑ και έτσι έκοψε τη χρηματοδότηση προς τον οργανισμό, ο οποίος με τη σειρά του έκανε περικοπές στον προϋπολογισμό του ΠΟΥ. Το αποτέλεσμα ήταν ότι κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, ο ΠΟΥ γινόταν όλο και πιο ασήμαντος και ανίκανος να οργανώσει προσπάθειες για να καταπολεμηθούν ασθένειες, όπως είχε κάνει στο παρελθόν.
Πολλοί φιλελεύθεροι, οι οποίοι παραπονιούνται σήμερα για την ανικανότητα του ΠΟΥ, κελαηδούν μελωδικά σχετικά με το ρόλο του στην επιδημία SARS το 2003. Αυτό συμβαίνει γιατί, κατά τη διάρκεια εκείνης της κρίσης, ο ΠΟΥ είχε την τόλμη να επιπλήξει την Κίνα για τη νωθρή απόκρισή της στην πανδημία, και να υποδείξει στον κόσμο τα απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της ασθένειας, η οποία τελικά εξαπλώθηκε σε πολύ μικρότερο εύρος σε σχέση με το νέο κορονοϊό.
Όμως, ο κόσμος ήταν πολύ διαφορετικός το 2003. Η Κίνα ήταν πολύ λιγότερο δυνατή απ’ όσο είναι σήμερα, ενώ οι ΗΠΑ ήταν πολύ πιο ισχυρές. Ο πόλεμος στο Ιράκ είχε μόλις ξεκινήσει (αν και το γεγονός αυτό αποκάλυψε ότι ο ΟΗΕ ήταν ανίκανος να αποτρέψει έναν πόλεμο σε έναν κόσμο αυξανόμενων ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων), ενώ η οικονομική κρίση βρισκόταν ακόμα χρόνια μακριά. Ως εκ τούτου, ο ΠΟΥ, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, αισθανόταν αρκετά ισχυρός, ώστε να επιβάλλεται στον κόσμο. Χώρες σαν την Κίνα, επιθυμώντας να εξασφαλίσουν την εύνοια του οργανισμού, συμμορφώνονταν.
Η οικονομική κρίση του 2008 σηματοδότησε μια θεμελιώδη στροφή στην ιστορία. Από τότε η παγκοσμιοποίηση λειτουργεί αντίστροφα, και όλοι οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί έχουν μπει σε κρίση -το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, ο ΟΗΕ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, το ΔΝΤ, και φυσικά ο ΠΟΥ: όλοι τους παρουσίασαν ρωγμές και δεν βρίσκουν το ρόλο τους στις νέες συνθήκες, καθώς η ισχύς των ΗΠΑ. φθίνει και διάφορες χώρες όλο και περισσότερο στρέφονται προς τον προστατευτισμό και τον λαϊκιστικό εθνικισμό.
Το 2009 ξέσπασε η αποκαλούμενη επιδημία της Γρίπης των Χοίρων και για ακόμα μια φορά ο ΠΟΥ έδειχνε σχετικά επιθετικός στις προσπάθειες περιορισμού της, γεγονός που φυσικά προκάλεσε κάποια ζημιά στην οικονομία. Ωστόσο, η γρίπη αποδείχτηκε ότι δεν ήταν ιδιαίτερα φονική, όμως συνέπεσε με το χαμηλότερο σημείο της μεγαλύτερης ύφεσης από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε εκείνη την τεταμένη συγκυρία, τα επιθετικά μέτρα του ΠΟΥ για την αντιμετώπιση του ιού αντιμετώπισαν την σκληρή κριτική των αστικών κυβερνήσεων ως υπερβολικά, καθώς χωρίς λόγο συνέβαλαν στην επιδείνωναν της οικονομικής κρίσης.
Η άνοδος της Κίνας
Στα 11 χρόνια που πέρασαν από αυτό το σημείο καμπής, έχουμε γίνει μάρτυρες της σχετικής ανόδου της Κίνας σε ισχύ και επιρροή, και της σχετικής πτώσης αντίστοιχα των ΗΠΑ. Αυτή η κατάσταση έχει εμφανώς επηρεάσει τη ψυχολογία της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ. Θα μπορούσε κανείς να την περιγράψει αυτή ως οξεία παράνοια σε σχέση με την Κίνα, αν και τουλάχιστον αυτή η παράνοια έχει κάποια βάση.
Όπως γνωρίζουμε, ο Ντόναλντ Τραμπ αποτελεί την πιο ακραία έκφραση αυτού του φαινομένου, όμως το μίσος του για την Κίνα το μοιράζεται ουσιαστικά και με τις δύο πτέρυγες της αμερικανικής άρχουσας τάξης. Του έχει γίνει συνήθεια, σχεδόν σε οποιαδήποτε κατάσταση να κατηγορεί την Κίνα, και αυτή η πανδημία -η οποία ξεκίνησε στην Κίνα -είναι κομμένη και ραμμένη για αυτή του τη συνήθεια. Ο Τραμπ και ο Πομπέο επέμεναν για αρκετό καιρό να αναφέρονται στον ιό ως «κινεζικό ιό» ή «ιό της Γουχάν». Έφτασαν στο σημείο να αποτρέψουν την έγκριση παλιότερου ψηφίσματος του ΟΗΕ λόγω της επιμονής τους να χρησιμοποιηθεί αυτό το όνομα στο ψήφισμα. Σε μια συνέντευξη τύπου μόλις αυτή την εβδομάδα, ο Τραμπ απέφυγε να απαντήσει σε ερώτηση σχετικά με την αποτυχημένη απόκριση των Η.Π.Α. στην πανδημία, λέγοντας στη δημοσιογράφο (η οποία ήταν ασιατικής καταγωγής Αμερικάνα) «ρωτήστε την Κίνα. Μην ρωτάτε εμένα». Στη συνέχεια αποχώρησε από τη συνέντευξη τύπου.
πορεί μεν οι κατηγορίες του Τραμπ προς τον ΠΟΥ ότι καλύπτει την Κίνα σε αυτή την πανδημία να μην είναι παρά μια απόπειρα να στρέψει την προσοχή του κοινού από τις δικές του αποτυχίες, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι είναι εντελώς ανυπόστατες. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια καταγεγραμμένη αλλαγή στην εξωτερική πολιτική της Κίνας. Υπό τον Σι Τζινπίνγκ, η Κίνα έχει απομακρυνθεί από την προηγούμενη πολιτική του «κρύβε τη δύναμη σου, πάρε το χρόνο σου», προς την κατεύθυνση της επίδειξης της δύναμης και άσκησης επιρροής.
Η αυξανόμενη εχθρότητα της Αμερικής προς τους τους ιμπεριαλιστικούς θεσμούς που έχει η ίδια χτίσει, όπως το ΝΑΤΟ και ο ΟΗΕ, ανοίγει ξεκάθαρα την πόρτα για την Κίνα. Με την ευκαιρία της κριτικής που ασκήθηκε στον οργανισμό για την πανδημία της Γρίπης των Χοίρων, η Κίνα αναγνώρισε την ευκαιρία και έκτοτε αυξάνει με προσοχή την επιρροή της μέσα στον οργανισμό. Το 2017, η επιλογή της για τη θέση του Γενικού Γραμματέα, ο Αιθίοπας Τέντρος Αντανόμ, κέρδισε με την υποστήριξη πολλών αφρικανικών χωρών λίγο έως πολύ στη σφαίρα επιρροής της, κόντρα στις επιθυμίες των ΗΠΑ και της Βρετανίας, οι οποίες πάντα έκαναν το δικό τους στον ΠΟΥ.
Αυτό εξηγεί σε κάποιο βαθμό γιατί ο ΠΟΥ άργησε να κηρύξει την πανδημία, πράγμα που δεν έπραξε μέχρι τις 12 Μαρτίου, χρονική στιγμή κατά την οποία η ασθένεια είχε ήδη προκαλέσει περιοριστικά μέτρα σε ολόκληρη την Ιταλία, καθώς επίσης γιατί ο ΠΟΥ υπήρξε πολύ πιο διστακτικός στην άσκηση κριτικής στην Κίνα σε σχέση με το 2003. Ο Τέντρος Αντανόμ πιστεύεται ότι απέφυγε να ασκήσει κριτική στην Κίνα, προκειμένου να εξασφαλίσει πρόσκληση για τους αξιωματούχους και τους επιστήμονες του ΠΟΥ για να εισέλθουν στη χώρα και να εξετάσουν την διάδοση της ασθένειας, κάτι που η Κίνα αρχικά είχε αρνηθεί.
Αυτό λέει πάρα πολλά για τον τρόπο με τον οποίο το μέγεθος και η επιρροή της Κίνας πλέον αναπόδραστα επηρεάζουν την ατζέντα του ΠΟΥ. Αυτή η αυξανόμενη επιρροή είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει αντίδραση από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και τους συμμάχους του. Πράγματι, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και υπουργός οικονομικών της Ιαπωνίας, Τάρο Άσο, πρόσφατα δήλωσε ότι τόσο εκείνος, όσο και άλλοι, συχνά αναφέρονται πλέον στον ΠΟΥ ως τον «Κινεζικό Οργανισμό Υγείας».
Αυτή η αντίδραση είναι φυσικά υπερβολική για επικοινωνιακούς λόγους. Οι ΗΠΑ παραμένουν ο μεγαλύτερος οικονομικός υποστηρικτής του ΠΟΥ, ακολουθούμενες από τη Βρετανία, το ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς και την Παγκόσμια Τράπεζα – όλοι είναι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τμήματα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Είναι στη φύση της αστικής πολιτικής, οι εκπρόσωποί της να βγάζουν κραυγές δυσανάλογες με την πραγματικότητα, όταν τα συμφέροντα των αστών απειλούνται.
Ο στόχος τέτοιων υπερβολών είναι να σημάνουν συναγερμό, αλλά με έναν άνθρωπο σαν τον Τραμπ στο πηδάλιο, αυτή η μέθοδος ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, χάνει κάθε επαφή με την πραγματικότητα και γίνεται αντιπαραγωγική. Η συμπεριφορά του Τραμπ, με τη διακοπή της χρηματοδότησης προς τον ΠΟΥ και την απόπειρα να παράγει ιδιωτικά ένα εμβόλιο μόνο για τις ΗΠΑ, είναι εξαιρετικά κοντόφθαλμη και αυτοκαταστροφική. Με αυτό τον τρόπο επιταχύνει την πτώση της επιρροής των ΗΠΑ στα θραύσματα των θεσμών του ιμπεριαλισμού. Για την αμερικανική άρχουσα τάξη, είναι επιτακτικό να ξεφορτωθεί τον Τραμπ, παρόλο που ο ίδιος αποτελεί πιστό αντικατοπτρισμό των ίδιων τους των ανασφαλειών για το μέλλον του συστήματός τους.
Η ανικανότητα και ασημαντότητα του ΠΟΥ έγιναν σαφείς στις 5 Φεβρουαρίου, όταν ζήτησε 675 εκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτήσει την αντίδρασή του για τον κορονοϊό. Ένα μήνα αργότερα, είχα λάβει μόλις 1,2 εκατομμύρια δολάρια. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη μεταχείρισή του από τις ΗΠΑ και την Κίνα σαν μπάλα ποδοσφαίρου, αποτελούν πλήρη έκφραση της κατάρρευσης της παγκοσμιοποίησης. Ο καπιταλισμός δεν έχει ηγέτη. Πώς θα ανταποκριθεί στα τιτάνια καθήκοντα που αντιμετωπίζει σε αυτή τη νέα παγκόσμια ύφεση, τη χειρότερη όλων των εποχών;
Περισσότερο από ποτέ, η κρίση της ανθρωπότητας μετατρέπεται σε κρίση προλεταριακής ηγεσίας. Η τάξη των καπιταλιστών με τις πράξεις της αποδεικνύει ότι δεν είναι ικανή να κυβερνά την κοινωνία. Η πανδημία του κορονοϊού έχει αποδείξει με σαφήνεια ότι την απελπισμένη ανάγκη για σοσιαλιστικό σχεδιασμό και αλληλεγγύη σε παγκόσμια κλίμακα. Πρέπει να χτίσουμε μια διεθνή επαναστατική ηγεσία για να ανταποκριθούμε σε αυτά τα καθήκοντα. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Οργανωθείτε μαζί μας!