Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας στη Βουλή ήταν μια «πύρρειος» νίκη για τη συγκυβέρνηση Παπαδήμου, η οποία είχε βάλει σαν στόχο τη συγκέντρωση πάνω από 200 ψήφων υπέρ των μέτρων. Τελικά 199 βουλευτές ψήφισαν υπέρ «επί της αρχής», ενώ 190 ήταν αυτοί που ψήφισαν το συνολικό πακέτο των μέτρων. Οι απώλειες ήταν σημαντικές : 22 βουλευτές για το ΠΑΣΟΚ και 21 για τη ΝΔ, παρ’ ότι οι ηγεσίες απείλησαν με διαγραφή και με αποκλεισμό των βουλευτών από τις επόμενες εκλογικές λίστες. Έτσι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ από 160 βουλευτές το 2009 αριθμεί πλέον μόλις 131, της ΝΔ από 73 μόλις 62, ενώ 63 βουλευτές είναι πλέον «ανεξάρτητοι».
Τρομοκρατικά διλήμματα και «πύρρειος» νίκη για την κυβέρνηση
Το ΛΑΟΣ παρά την καταψήφιση των μέτρων και την αποχώρηση του από την κυβέρνηση υπέστη επίσης πολύ σημαντικές απώλειες, καθώς τα δύο κορυφαία σε δημοτικότητα μετά τον πρόεδρο στελέχη του, ο Γεωργιάδης και ο Βορίδης, διαγράφτηκαν από το κόμμα γιατί υπερψήφισαν τα μέτρα.
Ο εργατικός αγώνας και η γενικευμένη λαϊκή οργή ήταν η βασική αιτία που μέσα σε 48 ώρες διέσπασε την συγκυβέρνηση και τα κόμματα που την στήριζαν και δημιούργησε πολιτικές εξελίξεις οι οποίες σε κανονικές συνθήκες θα μπορούσαν να προκύψουν μετά από δεκαετίες.
Το κλίμα στη Βουλή και τις δύο μέρες της συζήτησης των μέτρων ήταν τεταμένο, αντανακλώντας σ΄ έναν ορισμένο βαθμό την οργή του λαού. Η οργισμένη ρίψη του τομιδίου του Μνημονίου στο πάτωμα από τον βουλευτή του ΚΚΕ Γ. Μαυρίκο και οι έντονες φραστικές αντεγκλήσεις του υπουργού Οικονομικών Β. Βενιζέλου με τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Π. Λαφαζάνη ήταν χαρακτηριστικά στιγμιότυπα αυτής της αντανάκλασης.
Κεντρικό πρόσωπο στη συζήτηση ήταν ο δοτός πρωθυπουργός Λ Παπαδήμος που απηύθυνε στο λαό για λογαριασμό των πιστωτών και των άλλων καπιταλιστικών αφεντικών του μια εκβιαστική προπαγάνδα, θέτοντας το δίλλημα «εξαθλίωση ή ανεξέλεγκτη χρεοκοπία». Για να δικαιώσει τα μέτρα περιέγραψε την εικόνα μιας χώρας χωρίς συντάξεις και μισθούς δημοσίων υπαλλήλων, χωρίς πετρέλαιο, φάρμακα και μηχανήματα, με πτωχεύσεις χιλιάδων επιχειρήσεων και ελλείψεις πολλών αγαθών βασικών για την επιβίωση.
Σοσιαλιστικό πρόγραμμα η απάντηση στην προπαγάνδα του τρόμου
Η αγανάκτηση και η οργή των εργαζόμενων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μπροστά για τον τρομοκρατικό εκβιασμό του Παπαδήμου και της άρχουσας τάξης ήταν απόλυτα δικαιολογημένη.
Όμως από την άλλη πλευρά, κάθε άλλο παρά δικαιολογημένη, ήταν η οργή όλων εκείνων των προβεβλημένων νεο-κευνσιανών οικονομολόγων και πολιτικών της Αριστεράς, που ο ριζοσπαστισμός τους εξαντλείται στην προσωρινή ή πλήρη παύση πληρωμής του χρέους, χωρίς όμως να διανοείται να προχωρήσει μέχρι την «παύση» του ίδιου του καπιταλισμού και την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου σοσιαλιστικού προγράμματος με διεθνιστική προοπτική.
Αξιότιμοι «αστέρες» της οικονομικής ανάλυσης και πολιτικής, όπως π.χ οι πανεπιστημιακοί Γ. Βαρουφάκης και Π. Καζάκος, ο πρώην σταλινικός και νυν σοσιαλδημοκράτης θεωρητικός Ν. Κοτζιάς, ο πρώην υπουργός της συγκυβέρνησης ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ και ΝΔ του 1989 και θεωρητικός της σημερινής ηγετικής ομάδας του ΣΥΝ Γ. Δραγασάκης δεν δικαιούνται να δηλώνουν έκπληξη για τα λεγόμενα του Παπαδήμου. Ξέρουν κατά βάθος ότι ο Παπαδήμος είπε απλά την αλήθεια για τον καπιταλισμό. Αυτή που περιέγραψε σε γενικές γραμμές είναι η προοπτική της Ελλάδας αν κηρύξει στάση πληρωμών και συνεχίζει να βρίσκεται στο έδαφος του καπιταλισμού, δηλαδή αν συνεχίσουν οι βασικοί μοχλοί της οικονομίας και το κράτος να μένουν στον έλεγχο της αστικής τάξης. Όλοι αυτοί οι νέο-κευνσιανοί που φαντάζονται ότι με «μια άλλη διαπραγμάτευση» μπορεί να επιλυθεί το πρόβλημα της Ελλάδας και η χώρα να ξαναμπεί στο δρόμο της «προόδου» χωρίς να χρειάζεται να θιγεί ο καπιταλισμός και το κράτος του, παρά τις αγνές προθέσεις τους στην πράξη είναι λιγότερο φιλαλήθεις από τον δοτό πρωθυπουργό .
Πράγματι για όσους πιστεύουν στον καπιταλισμό, το δίλημμα ήταν ακριβώς αυτό που έθεσε ο Παπαδήμος : είτε υποταγή στην τρόικα και αποδοχή της μαζικής εξαθλίωσης είτε ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και καταστροφή. Χρέος των ηγεσιών της Αριστεράς ήταν το περασμένο Σαββατοκύριακο να χρησιμοποιήσουν το ισχυρό βήμα του κοινοβουλίου για να δείξουν στις μάζες τον άλλο δρόμο, το δρόμο του σοσιαλισμού, σαν απόλυτα αναγκαίο και εφικτό.
Έπρεπε να απαντήσουν στον Παπαδήμο ότι διαθέτουν τη λύση για να μην πεινάσει ο ελληνικός λαός, που δεν είναι άλλη από το πέρασμα του τραπεζικού συστήματος, της μεγάλης βιομηχανίας (συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών, συγκοινωνιών, τηλεπικοινωνιών και κάθε είδους υποδομών) του χονδρεμπορίου και του εξωτερικού εμπορίου, της μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας και παραγωγής στα χέρια του κράτους και σε καθεστώς δημοκρατικού σχεδιασμού από τους εργαζόμενους.
Στην τρομοκρατία για την προοπτική έλλειψης φαρμάκων, πετρελαίου, χρήσιμων μηχανημάτων κλπ, θα έπρεπε να αντιτάξουν την αποφασιστικότητα για θυσίες που θα προσδώσει στους εργαζόμενους το πέρασμα του ελέγχου της οικονομίας και του κράτους στα δικά τους χέρια και πάνω από όλα, την εμπιστοσύνη στην πολύτιμη συμπαράσταση του διεθνούς και ιδιαίτερα του ευρωπαϊκού προλεταριάτου. Οι εργαζόμενοι της Ευρώπης μετά από μια θαρραλέα και ξεκάθαρη διεθνιστική έκκληση και εξαιτίας των κοινών προβλημάτων με τους έλληνες συναδέλφους τους, θα ασκήσουν τεράστια πίεση στις κυβερνήσεις και τα μονοπώλια των δικών τους κρατών και θα ακολουθήσουν το επαναστατικό παράδειγμα της Ελλάδας.
Η τρομοκρατία του Παπαδήμου αναπάντητη από την Αριστερά
Όμως οι ηγεσίες της Αριστεράς δεν εμφάνισαν στα μάτια των μαζών συγκεκριμένα και με σαφήνεια το σοσιαλιστικό πρόγραμμα σαν τον μόνο δρόμο. Σαν αποτέλεσμα αυτής τους της στάσης – και αυτή είναι η αλήθεια –ένα μεγάλο τμήμα των μαζών, ακόμα και από τις τάξεις των εκατοντάδων χιλιάδων που βγήκαν στους δρόμους για να διαδηλώσουν το βράδυ της ψηφοφορίας στη Βουλή, βρέθηκαν σε σύγχυση και με δεδομένη την απουσία στο προσκήνιο μιας ξεκάθαρης και συγκεκριμένης πολιτική λύσης από την πλευρά της Αριστεράς δεν μπορούσαν τελικά να πουν με βεβαιότητα αν θα ήταν καλύτερο να καταψηφιστούν ή να υπερψηφιστούν τα νέα μέτρα…
Η ηγεσία της ΔΗΜΑΡ περιορίστηκε να επαναλάβει τη «διαφωνία» της με τα μέτρα και την προσήλωση της «στο ευρώ», προτείνοντας να ζητηθούν από την τρόικα «περισσότερα κονδύλια για την ανάπτυξη». Οι ηγέτες της ΔΗΜΑΡ για άλλη μια φορά, τάχθηκαν υπέρ της μαγικής μεταμόρφωσης των αρπακτικών του κεφαλαίου σε θεμελιωτές της οικονομικής ανάπτυξης κι ενός καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με τις τοποθετήσεις της επανεπιβεβαίωσε τη δεξιά της μετατόπιση τις τελευταίες βδομάδες, σαν αποτέλεσμα της αδυναμίας της να εξηγήσει σωστά την αύξηση της υποστήριξης της ΔΗΜΑΡ στις δημοσκοπήσεις και της διαφαινόμενης αξιολόγησής αυτής της αύξησης ως «ένδειξη αποδοχής του μετριοπαθούς κυβερνητικού της προφίλ».
Η θέση για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, έχει πλέον αντικατασταθεί στη ρητορική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ από το «τριετές πάγωμα της πληρωμής του χρέους». Η αναγκαία ενότητα όλων των εργαζόμενων στον αγώνα ενάντια στην επίθεση κυβέρνησης – τρόικας έχει αντικατασταθεί από μια πατριωτική ενότητα ενάντια στην ξένη κατοχή, που παραβλέπει την αμέριστη υποστήριξη της ελληνικής άρχουσας τάξης στα σχέδια της τρόικας και θολώνει τον κοινωνικό, ταξικό χαρακτήρα του αγώνα των μαζών.
Η πολιτική μέθοδος που χρησιμοποιεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η υποστήριξη ενός δρόμου για τη χώρα που δεν θα συμπεριλαμβάνει την άρχουσα τάξη, αλλά οι υποδείξεις στην άρχουσα τάξη για το πως θα πρέπει να κάνει τη «διαπραγμάτευση» με την τρόικα για «το καλό της χώρας». Όμως οι αστοί ξέρουν πολύ καλύτερα ποιά είναι τα συμφέροντά τους. Κατανοούν πολύ καλά ότι αυτά δεν ταυτίζονται ούτε στο ελάχιστο με το «καλό της χώρας», αλλά αντίθετα είναι κοινά με τα συμφέροντα των διεθνών πιστωτών της.
Γενικότερα, το πολιτικό πρόγραμμα «αναδιανομής του εισοδήματος» πάνω στο έδαφος της πιο βαθειάς καπιταλιστικής κρίσης που επιχειρεί να αντιπαραβάλει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στον τρομοκρατικό εκβιασμό κυβέρνησης και τρόικας, υπονομεύει τη σωστή της έκκληση για μια κυβέρνηση της Αριστεράς.
Η επίκληση από την ηγεσία του ΚΚΕ της αναγκαιότητας των κοινωνικοποιήσεων και του σχεδιασμού στην οικονομία για να μπει η χώρα σε έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο, ήταν απόλυτα σωστή. Μόνο πάνω σε αυτή τη βάση μπορεί να οικοδομηθεί μια νέα εξουσία που θα εκφράζει τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού. Αυτή είναι μια άποψη που πρέπει άμεσα να γίνει πλειοψηφική μέσα σε όλη την Αριστερά και πιο συγκεκριμένα, στον ΣΥΡΙΖΑ και τον ΣΥΝ. Γι’ αυτόν το σκοπό παλεύουν με συνέπεια οι μαρξιστές του ΣΥΝ και της Νεολαίας ΣΥΝ.
Όμως η ηγεσία του ΚΚΕ χρησιμοποιεί τη σωστή αυτή θέση με έναν λαθεμένο και επιζήμιο για το κίνημα τρόπο. Η πρότασή της για την εξουσία που θα κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής είναι θολή, αφηρημένη και παραμερίζει ταχυδακτυλουργικά τον σημερινό πολιτικό συσχετισμό δύναμης μέσα στο εργατικό κίνημα.
Η «λαϊκή εξουσία» που προτείνει, εμφανίζεται σαν ένα φανταστικό σενάριο συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα μεσαία στρώματα. Όμως οι εργαζόμενοι και τα χτυπημένα μικροαστικά στρώματα έχουν σήμερα συγκεκριμένους πολιτικούς εκπροσώπους. Μια ηγεσία που δεν μιλάει στους εργαζόμενους με υπεκφυγές και τους προτείνει την κατάλληλη λύση στην σημερινή πολιτική πραγματικότητα και όχι σε μια άλλη φανταστική, έχει χρέος να προτείνει τη συμμαχία των μαζικών κομμάτων της Αριστεράς και ιδιαίτερα του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή των μόνων μαζικών αριστερών κομμάτων που επίσημα έχουν διακηρύξει ότι δεν συμμετέχουν σε αστικές, συμμαχικές κυβερνήσεις,γύρω από το πρόγραμμα των κοινωνικοποιήσεων.
Στην (πολύ πιθανή) περίπτωση που οι άλλες αριστερές ηγεσίες θα αρνηθούν την πρόταση γι’ αυτή τη συμμαχία πάνω στο πρόγραμμα των κοινωνικοποιήσεων, τότε η ηγεσία του ΚΚΕ πρέπει ξεκάθαρα και χωρίς να κρύβεται πίσω από φανταστικές κοινωνικές συμμαχίες, να ζητήσει την ενεργή υποστήριξη των εργαζόμενων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων για την εφαρμογή αυτού του προγράμματος στην εξουσία από την ίδια.
Το δεύτερο ολέθριο σφάλμα της ηγεσίας του ΚΚΕ είναι η προβολή του συνθήματος «Έξω από την ΕΕ» (και το ευρώ) χωρίς την υπεράσπιση της προοπτικής των Ενωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης. Η παλιά σταλινική αυταπάτη του «σοσιαλισμού σε μια χώρα» που ασπάζεται και προωθεί για την Ελλάδα η ηγεσία του ΚΚΕ, από τη φύση της δεν μπορεί να σταθεί με αξιώσεις μπροστά στα μάτια των μαζών απέναντι στην αστική προπαγάνδα, καθώς δεν απαντά στο θεμελιώδες ζήτημα του πως μπορεί μακροπρόθεσμα να αναπτυχθεί η σοσιαλιστική σχεδιασμένη οικονομία σε μια και μόνη χώρα, κυκλωμένη από ένα εχθρικό, καπιταλιστικό περιβάλλον
Προς τις εκλογές με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΛΑΟΣ σε βαθειά κρίση
Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στη Βουλή αναδεικνύει την αυξανόμενη αδυναμία της κυβέρνησης Παπαδήμου να συνεχίσει στην εξουσία σύμφωνα με το πλάνο της τρόικας και ενός μεγάλου κομματιού της άρχουσας τάξης, που επιθυμούσε την παραμονή της τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου.
Η ηγεσία της ΝΔ αντιλαμβανόμενη ότι έχει εγκλωβιστεί μέσα στην συγκυβέρνηση και ότι η απήχησή της φθείρεται ανεπανόρθωτα μέσα από την αυτοαναίρεση της προηγούμενης αντιμνημονιακής της δημαγωγίας, δηλώνει ότι δεν θα ανεχθεί περεταίρω μετάθεση των εκλογών μετά τον Απρίλιο.
Ο Καρατζαφέρης δήλωσε ξεκάθαρα ότι παραιτείται από την κυβέρνηση για να μην καρπωθεί η Αριστερά την διαμαρτυρία για τα μέτρα και να μην «ξεκινήσει στην Ελλάδα μια επανάσταση που θα κατακάψει ολόκληρη την Ευρώπη».
Γενικότερα η ελληνική άρχουσα τάξη κατανοεί ότι διατηρώντας τη δοτή κυβέρνηση Παπαδήμου στην εξουσία, «παίζει με τη φωτιά» ενισχύοντας την Αριστερά, καίγοντας όλα τα πολιτικά της χαρτιά και πάνω απ’ όλα, το ισχυρότερο της, τη ΝΔ και τον Σαμαρά. Απηχώντας πλέον αυτό το κλίμα η κυβέρνηση, με χθεσινές δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου φέρεται να προσανατολίζεται για την προσφυγή στις κάλπες τον Απρίλιο.
Οι εκλογές αυτές θα είναι ένα «αναγκαίο κακό» για την αστική τάξη με σκοπό να ανακόψει το μαζικό κίνημα και να βρει ένα νομιμοποιημένο με την λαϊκή ψήφο κυβερνητικό σχήμα κερδίζοντας λίγο χρόνο. Όμως είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα τα καταφέρει. Οι πολιτικοί της ηγέτες είναι φθαρμένοι και αποδυναμωμένοι και τα κόμματα στα οποία στηρίχθηκε μέχρι σήμερα, το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ και το ΛΑΟΣ είναι πλέον διασπασμένα σε «μνημονιακούς» και «αντι-μνημονιακούς».
Οι μεγάλες απώλειες που είχαν οι ηγεσίες των τριών κυβερνητικών κομμάτων στην ψηφοφορία των νέων μέτρων και οι ομαδικές διαγραφές «ανταρτών» βουλευτών, έρχονται να προστεθούν στα αποκαρδιωτικά αποτελέσματα των τελευταίων γκάλοπ τα οποία – προσοχή πριν από την αναγγελία των νέων μέτρων – δίνουν στη ΝΔ 31%, το ΛΑΟΣ 3.5% και στο ΠΑΣΟΚ μόλις 8%.
Στο ΠΑΣΟΚ μια ολόκληρη ομάδα βουλευτών και κορυφαίων πρώην υπουργών έχει ήδη διαγραφεί από το κόμμα για την άρνηση της να ψηφίσει το νέο Μνημόνιο την Κυριακή. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν πιθανοί διεκδικητές της ηγεσίας όπως ο Καστανίδης και η Λούκα Κατσέλη. Πρόκειται για αστούς πολιτικούς καριέρας που ψήφισαν και εφάρμοσαν από τη θέση του υπουργού όλα τα σκληρά μέτρα της κυβέρνησης Παπανδρέου και τώρα προσπαθούν να διασώσουν το πολιτικό τους μέλλον. Όλοι τους δεν χαίρουν αξιοσημείωτης επιρροής στις τάξεις των εργαζόμενων και γι’ αυτό, είναι εξαιρετικά δύσκολο να προχωρήσουν στην ίδρυση νέου κόμματος. Για πολλούς από αυτούς, το πιο πρόσφορο έδαφος πιθανότατα θα είναι η φιλοξενία στις εκλογικές λίστες της ΔΗΜΑΡ.
Στην ΝΔ οι «αντάρτες» προέρχονται από τις τάξεις της λεγόμενης «λαϊκής δεξιάς», όπως άλλωστε και ο ίδιος ο πρόεδρος του κόμματος. Ένα τμήμα τους είναι πιθανό να προσεγγίσει το ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη, ενώ μια ενδεχόμενη απόπειρα για τη δημιουργία ενός νέου κόμματος θα συναντήσει την εχθρότητα των κυριάρχων κύκλων της αστικής τάξης, που δεν επιθυμούν σε αυτή την κρίσιμη φάση περεταίρω διασπάσεις στο πολιτικό τους στρατόπεδο.
Το ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη σήμερα γνωρίζει την πιο σοβαρή κρίση. Η συμμετοχή του στην κυβέρνηση συρρίκνωσε απότομα την εκλογική του δύναμη και έστειλε ένα κομμάτι των υποστηρικτών του προς τη νεοναζιστική «Χρυσή Αυγή». Η μανούβρα του Καρατζαφέρη να καταψηφίσει τα νέα μέτρα και να αποσυρθεί από την κυβέρνηση ήταν αναγκαία για να διασωθεί ότι είναι δυνατό από την απήχηση του κόμματος, αλλά είχε σαν τίμημα μια σοβαρή διάσπαση στην ηγεσία, με τους «Μνημονιακούς» αγαπημένους των τηλεοπτικών καναλιών, Βορίδη και Γεωργιάδη.
Ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και έξοδος από το ευρώ
Ο προσανατολισμός της αστικής τάξης σε εκλογές των Απρίλιο δεν παύει να αποτελεί ένα (το πιο πιθανό με τα τωρινά δεδομένα) σχέδιο πολιτικών προθέσεων. Όμως οι εξελίξεις στην αντικειμενική κατάσταση είναι πιθανό να μην κινηθούν με βάση τα σχέδια και τις προθέσεις των αστών.
Η κατάσταση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, αλλά και της ελληνικής οικονομίας είναι εξαιρετικά ρευστή και κρίσιμη. Η ύφεση διεθνώς βαθαίνει. Στην Ελλάδα συμπληρώνουμε φέτος τον 5ο συνεχή χρόνο ύφεσης. Η πτώση του ΑΕΠ κινείται και φέτος κοντά στο με 7% και οι καταγεγραμμένοι άνεργοι ξεπέρασαν το 1 εκατομμύριο! Τα νέα μέτρα της κυβέρνησης επιτείνουν το πρόβλημα, καθώς αφαιρούν 1,5 δις ευρώ από κρατικά έσοδα από φόρους στους μισθούς και 2 περίπου δις ευρώ από τα ασφαλιστικά ταμεία.
Επιπλέον το νέο δάνειο των 130 δις ευρώ, ακόμα και αν τελικά δοθεί στο σύνολό του, δεν θα κατευθυνθεί καθόλου για «μισθούς και συντάξεις» όπως ψευδώς ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Θα προσανατολιστεί αποκλειστικά στην κάλυψη των απωλειών των ελληνικών τραπεζών από το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων (39-60 δις ευρώ), την αποζημίωση των ξένων τραπεζών για τη συμμετοχή τους στο «κούρεμα (30 δις) και την πληρωμή τοκοχρεολυσίων (τα υπόλοιπα). Με τα έσοδα από φόρους λόγω της ύφεσης σε κατάρρευση, η προοπτική μιας ανεξέλεγκτης ελληνικής χρεοκοπίας με έξοδο από το ευρώ καραδοκεί, στην κυριολεξία, βδομάδα με τη βδομάδα.
Επιπρόσθετα, η στάση της τρόικας και ειδικά της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας είναι φανερά αλλαγμένη. Το ζήτημα της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ δεν είναι πλέον ένα φιλολογικό σενάριο, αλλά μια επιλογή που γίνεται ολοένα και πιο πιθανή. Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Σόιμπλε δήλωσε χθες ξεκάθαρα ότι η Γερμανία είναι έτοιμη για μια τέτοια επιλογή «αν η Ελλάδα δεν καταφέρει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της».
Είναι λαθεμένη η εκτίμηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ ότι η «Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί διαπραγματευτικά τη ζημιά που θα προκαλέσει στην Ευρωζώνη η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, η οποία κάνει τους Γερμανούς να μην θέλουν ούτε να τη σκέφτονται». Σαφώς το κόστος της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ θα είναι μεγάλο με τη μορφή μιας περιόδου νέας αστάθειας για το ευρώ και την Ευρωζώνη. Όμως μέσα από την τεράστια και διαρκή χρηματοδοτική ενίσχυση των ευρωπαϊκών τραπεζών στην οποία προβαίνει η ΕΚΤ τις τελευταίες εβδομάδες, τη μεγάλη συγκέντρωση ελληνικών ομολόγων στα χέρια της και την αποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση πολύ ισχυρών εγγυήσεων για τα δάνεια των πιστωτών της χώρας (που υπάγονται πλέον στο αγγλικό δίκαιο εξαφανίζοντας κάθε νομική δυνατότητας της Ελλάδας να προβαίνει στην οποιαδήποτε μονομερή πράξη πίεσης ενάντια στους πιστωτές), το κόστος της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ διαρκώς μειώνεται. Αντίθετα, το κόστος της διατήρησης της Ελλάδας μέσα στο ευρώ σε συνθήκες βαθειάς ύφεσης και αδυναμίας της να ανακάμψει, θα πολλαπλασιάζεται, καθώς θα χρειάζεται διαρκώς να της παρέχονται νέα δάνεια και να διαγράφονται παλιότερα χρέη.
Αν επιταχυνθεί η κίνηση της Ελλάδας προς τη χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ, η άρχουσα τάξη, συμπεριλαμβανομένης της ηγεσιας της ΝΔ, με το πρόσχημα των συνθηκών «έκτακτης ανάγκης» ενδέχεται να κινηθεί προς τη αναβολή των εκλογών και την επιβολή μια νέας κυβέρνησης τεχνοκρατών με την υποστήριξη της παρούσας Βουλής και την παράλληλη λήψη «έκτακτων» αυταρχικών μέτρων ενάντια στο εργατικό κίνημα. Βίαια επεισόδια και πυρπολήσεις τραπεζών και κτιρίων είναι δυνατό να δώσουν το άλλοθι για μια τέτοια εξέλιξη αναβολής των εκλογών μέχρι να «ομαλοποιηθεί» η κατάσταση.
Συνεπώς για να διεξαχθούν οι εκλογές το συντομότερο δυνατό και να απαλλαγούν οι εργαζόμενοι από τη συγκυβέρνηση της τρόικας και της ελληνικής άρχουσας τάξης πρέπει οι μάζες να μην εφησυχάσουν και να μείνουν σε αγωνιστική εγρήγορση και επαγρύπνηση.
Το εργατικό κίνημα και η προεπαναστατική κατάσταση
Η εργατική τάξη της Ελλάδας διεκδικεί ένα ιστορικό ρεκόρ. Μέσα στις συνθήκες της πιο βαθειάς ύφεσης, με πάνω από 1 εκατομμύριο ανέργους, 3 εκατομμύρια κάτω από το όριο της φτώχειας, με 1 στους 3 εργαζόμενους να είναι απλήρωτοι για μήνες εξαιτίας της κρίσης και παρά τη συσσώρευση της μιας ήττας μετά την άλλη τα τελευταία χρόνια, παλεύει με πρωτοφανή ηρωισμό, έχοντας 18 ημέρες γενικής απεργίας τα τελευταία χρόνια και εκατοντάδες απεργίες κατά χώρους, κάποιες από τις οποίες απεργίες διαρκείας συνοδευόμενες από καταλήψεις.
Η προχθεσινή συγκέντρωση των πολλών εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στην Αθήνα ήταν το αποκορύφωμα δύο χρόνων μαζικών ταξικών αγώνων. Οι εργαζόμενοι κλείνουν αυτό τον αγωνιστικό κύκλο με μια συγκομιδή ηττών. Αποκλειστικές υπεύθυνες γι΄ αυτό το αποτέλεσμα είναι οι ηγεσίες του εργατικού κινήματος, με κύρια υπεύθυνη της συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, αλλά και με τις συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες της Αριστεράς να έχουν τις δικές τους ευθύνες, αφού σε καμία φάση των αγώνων δεν πρόβαλλαν ως όφειλαν από κοινού έναν εναλλακτικό αποτελεσματικό πρόγραμμα δράσης.
Η λαοθάλασσα της Κυριακής για άλλη μια φορά επιβεβαίωσε την εκτίμηση των μαρξιστών ότι βρισκόμαστε σε μια προεπαναστατική περίοδο. Οι αντικειμενικοί όροι για μια ανοιχτά επαναστατική κατάσταση όπως τους περιέγραψαν ο Λένιν και ο Τρότσκι ωριμάζουν μέρα με τη μέρα. Οι μάζες έχουν μπει αποφασιστικά στο προσκήνιο αποδεικνύοντας τη θέληση τους να αγωνιστούν. Τα μικροαστικά στρώματα βρίσκονται σε αναβρασμό και οι σχέσεις τους με την άρχουσα τάξη είναι κλονισμένες ανεπανόρθωτα. Οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις, δείχνουν με τον πιο θεαματικό τρόπο την διάσπαση στις κορυφές της άρχουσας τάξης. Αυτό που λείπει για να έρθει πιο κοντά μια επαναστατική αλλαγή στην κοινωνία είναι μόνο ο υποκειμενικός παράγοντας, δηλαδή η κατάλληλη επαναστατική ηγεσία.
Η στροφή στ’ αριστερά και τα καθήκοντα των αριστερών ηγεσιών
Είναι ιστορικός νόμος ότι όταν οι πλατιές μάζες αρχίζουν να κινούνται στρέφουν το βλέμμα τους στις μαζικές παραδοσιακές οργανώσεις. Τα κόμματα της «παραδοσιακής Αριστεράς» που έχουν τις ρίζες τους στο κομμουνιστικό κίνημα της χώρας, το ΚΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ, όπως δείχνουν τα πρόσφατα γκάλοπ γνωρίζουν μεγάλη αύξηση σε εκλογική απήχηση. Οι πλατιές μάζες της εργατικής τάξης και του φτωχού λαού εναποθέτουν τις προσδοκίες τους σήμερα σε αυτά τα κόμματα. Η ενότητά τους γύρω από ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα θα μπορούσε να δώσει τη χαριστική βολή στον σάπιο ελληνικό καπιταλισμό, με τον πιο σύντομο και αποφασιστικό τρόπο, ανακουφίζοντας τις δοκιμαζόμενες μάζες. Αυτό το πολιτικό αίτημα απηχεί σήμερα με αυθεντικό τρόπο τη θέληση των μαζών, η εμπροσθοφυλακή των οποίων συγκεντρώθηκε σαν λαοθάλασσα την Κυριακή στο Σύνταγμα και τις άλλες μεγάλες πλατείες της χώρας.
Η ΔΗΜΑΡ είναι ένα κόμμα χωρίς ρίζες στο εργατικό κίνημα και τη νεολαία. Ιδρύθηκε σαν μια απόπειρα της δεξιάς, σοσιαλδημοκρατικής πτέρυγας του ΣΥΝ να αποδυναμωθεί η αριστερή του στροφή και το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ και να δημιουργηθεί ένα κόμμα που θα παίξει το ρόλο του μελλοντικού «αριστερού» συνεταίρου σε αστικές κυβερνήσεις εθνικής ενότητας.
Σήμερα η ΔΗΜΑΡ εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις με ένα πολύ μεγάλο ποσοστό υποστήριξης της τάξης του 18%. Που οφείλεται αυτό το ποσοστό; Είναι βασικά το αποτέλεσμα της απόφασης της ηγεσίας να μην συμμετάσχει ακόμα σε μια αστική κυβέρνηση πριν αποκτήσει στα χέρια της μια ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα μέσα από τις ερχόμενες εκλογές και έτσι να παραμείνει εκτός της κυβέρνησης Παπαδήμου. Αξίζει εδώ να θυμίσουμε ότι αυτή η απόφαση – όπως συνέβη σε κάποιο βαθμό και με το δίλημμα ναι ή όχι στο πρώτο Μνημόνιο - είχε παρθεί με οριακή πλειοψηφία στα ηγετικά όργανα του κόμματος.
Έτσι σήμερα το κόμμα εμφανίζεται στα μάτια των μαζών σαν ένα «άφθαρτο κόμμα», που στέκεται στ’ αριστερά του ΠΑΣΟΚ. Η πολιτική προσδοκία τους που εκφράζουν τα υψηλά ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις είναι αυτή της συντομότερης επιστροφής των κατακτήσεων που χάθηκαν από τα Μνημόνια. Όμως οι πολιτικές θέσεις και η τακτική της ηγεσίας της ΔΗΜΑΡ δείχνουν ότι εκείνη κινείται σε μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από αυτή των προσδοκιών των μαζών.
Οι ταλαντεύσεις της στα ζητήματα των Μνημονίων και της κυβέρνησης Παπαδήμου και η διαβεβαίωση ότι δεν πρόκειται να συνεργαστεί ποτέ με το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ - την ώρα που ανακοινώνει συνεργασία με πρώην στελέχη των κυβερνήσεων Σημίτη (Μπίστης, Παναγιώτου κλπ) - φανερώνουν ότι η ηγεσία της ΔΗΜΑΡ μεθοδικά επιχειρεί να οικειοποιηθεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια για να την μετατρέψει σε μελλοντική στήριξη συμμαχικών κυβερνήσεων τύπου Παπαδήμου, «όταν το συμφέρον της χώρας και της παραμονής της στην ΕΕ το επιβάλουν». Το πιθανότερο είναι ότι αυτή η τακτική θα γίνεται όλο και πιο ορατή στις πλατιές μάζες όσο θα πλησιάζουμε προς τις εκλογές, συρρικνώνοντας τα ποσοστά της ΔΗΜΑΡ.
Με δεδομένη λοιπόν την διακηρυγμένη πρόθεση της ΔΗΜΑΡ να συμμετάσχει σε κυβερνήσεις με τους αστούς και όχι με την υπόλοιπη Αριστερά, η υπόθεση της ενότητας της Αριστεράς γύρω από ένα πρόγραμμα που θα εκφράζει τα συμφέροντα των αγωνιζόμενων μαζών πέφτει στους ώμους του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Κάθε μέρα και ώρα που περνά πάνω στο έδαφος της κρίσης σημαίνει περισσότερο πόνο και δάκρυα για την εργατική τάξη και το φτωχό λαό. Οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να συγκροτήσουν αμέσως μια πολιτική συμμαχία που θα παλέψει για την εξουσία! Οι μαρξιστές του ΣΥΝ και της Νεολαίας ΣΥΝ που εκδίδουμε την εφημερίδα «Επανάσταση» και το περιοδικό «Μαρξιστική Φωνή» προτείνουμε το ακόλουθο πρόγραμμα δράσης που θα κάνει πραγματικότητα αυτό το σκοπό :
- Ενότητα ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ στον αγώνα για να φύγει το συντομότερο η κυβέρνηση Παπαδήμου.
- Κοινή εκστρατεία των δυο κομμάτων στην εργατική τάξη και στο φτωχό λαό για την προετοιμασία μιας γενικής πολιτικής απεργίας διαρκείας στην περίπτωση που η κυβέρνηση δεν ορίσει ημερομηνία εκλογών μέχρι τις αρχές Μαρτίου.
- Άμεση σύναψη μιας κεντρικής πολιτικής συμφωνίας για κοινή κάθοδο στις εκλογές με σκοπό τη διεκδίκηση της εξουσίας – κάλεσμα στις μάζες να οργανωθούν και να παλέψουν ενεργά για την εκλογική νίκη της Αριστεράς
- Έκτακτα συνέδρια και στα δύο κόμματα που θα συζητήσουν το πρόγραμμα της κυβέρνησης της Αριστεράς και θα εκλέξουν αντιπροσώπους για μια κοινή συνδιάσκεψη που θα πάρει την τελική απόφαση για το πρόγραμμα, με αριθμό αντιπροσώπων που θα διαμορφωθεί με κριτήρια την επιρροή του κάθε κόμματος στο οργανωμένο εργατικό κίνημα και το πιο πρόσφατο αποτέλεσμα εθνικών εκλογών.
- Έκκληση σε όλα τα άλλα μαζικά αριστερά κόμματα ή μαζικές αριστερές τάσεις για συμπαράταξη στον αγώνα για την εξουσία πάνω στη βάση αυτού του προγράμματος
- Συσπείρωση κάθε αγωνιστή και αγωνίστριας με τους μαρξιστές του ΣΥΝ και της Νεολαίας ΣΥΝ στην οργανωμένη πάλη για την υιοθέτηση από την Αριστερά ενός γνήσιου σοσιαλιστικού προγράμματος, που θα στοχεύει στην ανατροπή του καπιταλισμού με την κοινωνικοποίηση και τον δημοκρατικό σχεδιασμό των βασικών μοχλών της οικονομίας, το πέρασμα της εξουσίας στις μαζικές οργανώσεις του εργαζόμενου λαού και τον αγώνα για τις Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης!
Source: Marxistiki Foni (Greece)